Γλας: Mια γιγάντια μυκηναϊκή πόλη που "αγνόησε" η Αρχαιολογική Εταιρεία




















(2016)




Μια ιδιαίτερα σημαντική ανακοίνωση για την ελληνική προϊστορική αρχαιολογία παρουσιάσθηκε στο 117ο Ετήσιο Συνέδριο του Αρχαιολογικού Ινστιτούτου της Αμερικής στο Σαν Φρανσίσκο των Η.Π.Α. (6-9 Ιανουαρίου 2016), που συζητήθηκε πολύ στα πλαίσια του συνεδρίου.

Πρόκειται για την παρουσίαση των επιστημονικών πορισμάτων από τις πρόσφατες αρχαιολογικές έρευνες στη μυκηναϊκή ακρόπολη του Γλα από τον καθηγητή Χριστοφίλη Μαγγίδη, καθηγητή αρχαιολογίας στο Dickinson College, προέδρου του Μυκηναϊκού Ιδρύματος, διευθυντού αρχαιολογικών ερευνών στον Γλα Βοιωτίας και συνεργάτη του διευθυντού Μυκηνών, με τίτλο «Reinterpreting Glas and Mycenaean Regional Political Geography in the Light of Recent Field Discoveries».

Η γεωφυσική και αρχαιολογική έρευνα στο εσωτερικό της ακροπόλεως του Γλα διενεργήθηκε το 2010 και 2011 από πολυμελή επιστημονική ομάδα με διευθυντή τον καθηγητή Χριστοφίλη Μαγγίδη, υπό την αιγίδα της Εν Αθήναις Αρχαιολογικής Εταιρείας και σε συνεργασία με το Ινστιτούτο Αιγαιακής Προϊστορίας (INSTAP) (καθ. Αντωνία Στάμου), το Dickinson College, και το Εργαστήριο Εφηρμοσμένης Γεωφυσικής του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης (καθ. Γρ. Τσόκας).
Η δημοσίευση των παλαιοτέρων ερευνών και των πρόσφατων ανασκαφών στη μυκηναϊκή ακρόπολη του Γλα οδήγησε στη σύνθεση των διαθέσιμων γεω-αρχαιολογικών και ιστορικών δεδομένων που κατέδειξαν την οργάνωση, χρήση, σημασία και μοναδικότητα του χώρου.
Χτισμένος στο πλάτωμα μιας βραχώδους νησίδας (ύψους 20-40μ και έκτασης 200 στρεμμάτων) στο βορειοανατολικό άκρο της πεδιάδας της Κωπαΐδας, ο Γλας (προερχόμενο από το ‘γουλάς’, δηλ. κάστρο) θεωρήθηκε ως μια μυκηναϊκή οχυρωμένη εγκατάσταση που κτίστηκε τον 13ο αιώνα π.Χ. για να εποπτεύει και να συντηρεί τα αποστραγγιστικά έργα της λίμνης της Κωπαΐδας, να οργανώνει τη συστηματική καλλιέργεια της εύφορης πεδιάδας που τον περιβάλλει και να συγκεντρώνει την αγροτική παραγωγή, να ελέγχει και να προστατεύει τους περιφερειακούς οικισμούς.
Το πολυσύνθετο έργο της αποστράγγισης της ελώδους λεκάνης της Κωπαΐδας, όπου εκβάλλουν έξι ποταμοί και παραπόταμοι, ήταν κολοσσιαίο για τα δεδομένα της εποχής και τα μεγέθη είναι πράγματι εντυπωσιακά. Τα αποστραγγιστικά έργα δημιούργησαν μια εύφορη πεδιάδα έκτασης 200.000 στρεμμάτων που μνημονεύει ο Όμηρος αιώνες αργότερα («πολυστάφυλον ‘Άρνη», Ιλιάδα Β 507) και στην οποία αποδίδεται κατά την παράδοση ο πλούτος του μυκηναϊκού Ορχομενού (Στράβων IX.2.40; Παυσανίας IX.17.2; Διόδωρος IV.18.7).

Τα μεγέθη της ακρόπολης του Γλα, η οποία έχει έκταση δεκαπλάσια της Τίρυνθας και της Αθήνας και επταπλάσια των Μυκηνών (200 στρέμματα), φέρει δε μεγάλο κυκλώπειο τείχος θεμελιωμένο στην οφρύ του πλατώματος, και τέσσερις πύλες, μία εκ των οποίων διπλή.

Εξ ίσου γιγαντιαία είναι τα μεγέθη της ακρόπολης του Γλα, η οποία έχει έκταση δεκαπλάσια της Τίρυνθας και της Αθήνας και επταπλάσια των Μυκηνών (200 στρέμματα), φέρει δε μεγάλο κυκλώπειο τείχος θεμελιωμένο στην οφρύ του πλατώματος, και τέσσερις πύλες, μία εκ των οποίων διπλή. Εντός των τειχών, το κεντρικό πλάτωμα του βράχου οριοθετήθηκε και περικλείσθηκε από δύο εσωτερικούς περιβόλους, ο βορειότερος των οποίων περικλείει δύο επικοινωνούντα διώροφα ‘μέλαθρα’ κτισμένα στην κορυφή του βράχου, προφανώς κατοικίες τοπαρχών επιφορτισμένων με την εποπτεία των αποστραγγιστικών έργων και την οργάνωση της αγροτικής παραγωγής, ενώ ο νότιος περίβολος περιβάλλει δύο παράλληλα επιμήκη κτίρια εφοδιασμένα με κτιστές αναβάθρες, προφανώς μεγάλες αποθήκες αγροτικών προϊόντων (χωρητικότητας άνω των 2.500 τόνων), και βοηθητικούς χώρους (διοικητικά κτίρια, μαγειρεία, εργαστήρια, χώρους διαμονής προσωπικού).
Η ακρόπολη του Γλα, λοιπόν, με βάση τα παραπάνω, ερμηνεύθηκε από τον Σπ. Ιακωβίδη ως φρούριο, έστω κι αν παρουσίαζε ορισμένες ανεξήγητες χωροταξικές ιδιομορφίες. Το πιο παράδοξο, ωστόσο, ήταν πως μόνο το 30% της συνολικής έκτασης της ακροπόλεως έδειχνε να καταλαμβάνεται από διάφορα οικοδομήματα, ενώ ο υπόλοιπος χώρος (135 στρέμματα) θεωρήθηκε «κενός», χωρίς να δικαιολογεί έτσι την κατασκευή κυκλώπειων τειχών μήκους 3 χλμ. για την προστασία του!
Η πρόσφατη αρχαιολογική έρευνα στον Γλα από τον καθηγητή Χρ. Μαγγίδη αποσκοπούσε, λοιπόν, στο να συμπληρώσει, να διασταυρώσει και να ελέγξει τα ήδη συναχθέντα πορίσματα με νέα δεδομένα εστιάζοντας στη γεωφυσική διερεύνηση του υποτιθέμενου ‘κενού’ χώρου. Η γεωφυσική διασκόπιση διενεργήθηκε με γεωηχοβολιστή, γεωμαγνητόμετρο, ηλεκτρική αντίσταση, και δορυφορική φωτογράφιση (παγχρωματική και πολυφασματική απεικόνιση), τεχνικές που αποδίδουν εξαιρετικά λεπτομερή αποτελέσματα και τρισδιάστατες εικόνες των οικοδομικών λειψάνων έως το βάθος των 2μ. Οι γεωδετικές μετρήσεις, η ακριβής χωροταξική αποτύπωση και χαρτογράφιση θαμμένων ερειπίων έγιναν με τη χρήση Differential Global Positioning System οπτικο-ηλεκτρονικό θεοδόλιχο (Total Station). Τα τοπογραφικά, αρχαιολογικά, χωροταξικά και γεωφυσικά δεδομένα ενσωματώθηκαν σε τρισδιάστατους ψηφιακούς χάρτες με ψηφιακό λογισμικό G.I.S. (Geographical Information System).
Η γεωφυσική και αρχαιολογική έρευνα του Γλα άλλαξε δραστικά την εικόνα του Γλα καταδεικνύοντας πως το εσωτερικό της ακροπόλεως κάθε άλλο παρά ‘κενό’ ήταν. Τα οχυρωματικά κυκλώπεια τείχη του Γλα περιέκλειαν και προστάτευαν μια ολόκληρη πόλη που περιελάμβανε εκτεταμένες ‘νησίδες’ οικιστικών συμπλεγμάτων αποτελούμενων από μικρά, ανεξάρτητα κτίσματα, πρόχειρης κατασκευής, ανάμεσα στα οποία υπήρχαν μεγάλα και ισχυρά κτιριακά συγκροτήματα, θεμελιωμένα πάνω σε τεχνητά άνδηρα, με παράλληλες πτέρυγες δωματίων (πιθανώς αποθήκες και εργαστήρια;). Ο οικισμός εντός των πυλών ήταν εφοδιασμένος με κυκλώπεια υπόγεια δεξαμενή, με πολλές ημικυκλικές και κυκλικές κατασκευές (σιταποθήκες;) και, πιθανώς, με μεγάλο κυκλικό περίβολο(;) κοντά στην δυτική πύλη. Στο νότιο κυκλώπειο τείχος εντοπίσθηκαν δύο σύριγγες ή πυλίδες εξόδου (sally ports) που ανεβάζουν τον αριθμό των πυλών της ακρόπολης του Γλα σε έξι. Η μία πυλίδα οδηγεί σε χαμηλό πλάτωμα προς κατόπτευση της πεδιάδος, ενώ η άλλη παρέχει πρόσβαση μέσω στενής κλίμακας σε σπηλιά στη βάση του βραχώδους λόφου. Ανάμεσα στις δύο πυλίδες εντοπίσθηκαν τουλάχιστον πέντε στενές, ορθογώνιες εσοχές που ανοίγονται στην εξωτερική παρειά του κυκλώπειου τείχους (φυλάκια;), ενώ σε διάφορα σημεία του οχυρωματικού τείχους εντοπίσθηκαν επίσης ίχνη μεγάλων ορθογώνιων δωματίων (casemates) ή οχυρωματικών πύργων.
Η θεωρία του φρουρίου, συνεπώς, για τον Γλα, όπως είχε παλαιότερα δημοσιευθεί από τον Σπ. Ιακωβίδη, είναι προφανώς εσφαλμένη.
Η σύνθεση αρχαιολογικών, γεωφυσικών, γεωπολιτικών, ιστορικών, κοινωνικο-οικονομικών και παλαιο-περιβαλλοντικών δεδομένων καταδεικνύει πως η διαμόρφωση καλλιεργήσιμων γαιών, η άρδρευσή τους, η κατασκευή και συντήρηση οδών και γεφυρών που παρέχουν πρόσβαση στους αγρούς, η χωροταξική οργάνωση, η οριοθέτηση αγροτικών εκτάσεων, και η προστασία των αγροτικών πόρων φανερώνουν συστηματική εντατικοποίηση και επεκτατικοποίηση της αγροτικής παραγωγής για να τροφοδοτηθεί μια συγκεντρωτική οικονομίας. Τέτοια δημόσια έργα μεγάλης κλίμακας μπορούσαν μόνο να σχεδιασθούν και να πραγματοποιηθούν από μια συγκεντρωτική εξουσία, δηλ. ένα ανάκτορο, που μ’ αυτόν τον τρόπο διαχειρίζεται, ελέγχει και τελικά οικειοποιείται την έγγειο ιδιοκτησία, αλλάζοντας έτσι τόσο το περιβαλλοντικό οικοσύστημα όσο και τις κοινωνικο-οικονομικές δομές.
Η πόλη του Γλα, συνεπώς, εκ της γεωπολιτικής της θέσης, του μεγέθους και του ρόλου της πρέπει να ήταν ιδιαιτέρως σημαντική και, συνεπώς, η ταύτισή της προκαλεί διάφορες υποθέσεις και εγείρει σημαντικά θέματα σχετικά με την Μυκηναϊκή πολιτική γεωγραφία. Τα Ομηρικά έπη («Νηών Κατάλογος») και μεταγενέστερες πηγές αναφέρουν αρκετές μυκηναϊκές θέσεις στην Κωπαΐδα, με μία από τις οποίες θα μπορούσε να ταυτιστεί ο Γλας (Άρνη;). Ίσως, πάλι, ο Γλας ήταν μια τρίτη, άγνωστη έως τώρα, ανακτορική θέση στην ευρύτερη περιοχή, οπότε πρέπει να διερευνηθούν οι σχέσεις εξάρτησης ανάμεσα στον Γλα, ως περιφερειακό διοικητικό κέντρο, και τις υπόλοιπες τοπικές θέσεις στην Κωπαΐδα, αλλά και να προσδιορισθεί ακριβέστερα η γεωπολιτική δυναμική των σχέσεων ανάμεσα στα τρία ανακτορικά κέντρα της Θήβας, του Ορχομενού και του Γλα.
Τέλος, ο καθηγητής Χρ. Μαγγίδης παρουσίασε μια πιο προχωρημένη κι εξόχως ενδιαφέρουσα υπόθεση, ότι δηλ. ο Γλας ήταν πιθανώς ο Ορχομενός. Σύμφωνα με αυτήν την υπόθεση εργασίας, που πρέπει φυσικά να αποδειχθεί αρχαιολογικά, οι ανακτορικές αρχές του Ορχομενού ίσως μετέφεραν την έδρα του ανακτόρου και τον οικισμό μετά την αποξήρανση της Κωπαΐδας τον 13ο αιώνα π.Χ. από τον Ορχομενό (20 χλμ δυτικά) στην πιο καίρια, από στρατηγικής, οικονομικής και γεωπολιτικής άποψης, θέση του Γλα, ενώ συνέχισαν να χρησιμοποιούν την παλαιά θέση του Ορχομενού κυρίως ως παραδοσιακό χώρο ταφής, όπως μαρτυρεί το μυκηναϊκό νεκροταφείο και ο θολωτός τάφος του Μινύα (μυθικού βασιλιά) στον Ορχομενό.
Διέκοψαν την ανασκαφή…!
Παρά τα εντυπωσιακά ευρήματα της έρευνας και την ανακάλυψη της μυκηναϊκής πόλης στον Γλα που αλλάζει τα δεδομένα των παλαιοτέρων δημοσιεύσεων της Εταιρείας από τον Σπ. Ιακωβίδη (1989, 1998, 2001), η Εν Αθήναις Αρχαιολογική Εταιρεία διέκοψε ξαφνικά και αδικαιολόγητα την αδειοδοτημένη από το Κ.Α.Σ. και πλήρως χρηματοδοτούμενη από το Dickinson College και το INSTAP, πενταετή γεωφυσική-αρχαιολογική έρευνα στον Γλα μετά από δύο μόλις χρόνια (2010, 2011), όπως ενημέρωσε ο καθηγητής Χρ. Μαγγίδης ένα κατάπληκτο ακροατήριο Ελλήνων και ξένων αρχαιολόγων, καθηγητών και φοιτητών στην κατάμεστη αίθουσα του συνεδρίου.
Με βάση τις αποκαλύψεις του καθηγητού, η δημοσιογραφική έρευνα φέρνει στο φως επιστολή του (23/11/2011) με την οποία αιτείται προσθήκη ανασκαφής στην αρχαιολογική άδεια λόγω της σπουδαιότητας των ευρημάτων και της ανάγκης προστασίας τους από λαθρανασκαφές. Αντ’ αυτού, το Συμβούλιο της Εν Αθήναις Αρχαιολογικής Εταιρείας του απέστειλε πρωτοκολλημένη επιστολή υπογεγραμμένη από τον γ.γ. κ. Β. Πετράκο και τον πρόεδρο κ. Ε. Σπηλιωτόπουλο (2/1/2012, αρ. πρωτ. 2) με την οποία ενημερώνει τον διευθυντή του Γλα για την οριστική διακοπή της έρευνας του καθώς «η Εταιρεία θεωρεί πως οι έρευνες που έχουν γίνει στον Γλα και έχουν υποδειγματικώς δημοσιευθεί ικανοποιούν πλήρως την επιστημονική ανάγκη γνώσης του χώρου αυτού και ότι νέα ανασκαφή περιττεύει», μία επιχειρηματολογία που εγείρει ερωτηματικά καθώς πρόκειται για μία Εταιρεία με έτος ίδρυσης το 1837 που έχει ως σκοπό την αρχαιολογική έρευνα και επιστημονική γνώση.
Όπως τονίζει σε επιστολή διαμαρτυρίας του προς την Εταιρεία ο διευθυντής των ερευνών, κ. Χρ. Μαγγίδης (16/1/2012), η άκαιρη διακοπή της αρχαιολογικής έρευνας του Γλα είχε πολλαπλές και επιζήμιες συνέπειες, κυρίως δε, την εγκατάλειψη του αρχαιολογικού χώρου για τον οποίον είχε ήδη γίνει μελέτη συντήρησης και ανάδειξης, την έκθεση των ορατών ευρημάτων σε κίνδυνο λαθρανασκαφών, την απώλεια της χρηματοδότησης του έργου, και την ανατροπή του ερευνητικού προγράμματος δεκάδων επιστημόνων και συνεργαζομένων φορέων. Παρά τις επίμονες προσπάθειες, επιστολές διαμαρτυρίας, και προσωπικές επαφές του καθηγητή κ. Μαγγίδη τόσο με την Εταιρεία όσο και με την ηγεσία του Υπουργείου Πολιτισμού, το θέμα αποσιωπήθηκε και ‘θάφτηκε’ για τα επόμενα χρόνια.
Επιπλέον, μετά από την διακοπή της έρευνας του Γλα, ακολούθησε η αυθαίρετη απόφαση του γ.γ. της Εταιρείας, κ. Β. Πετράκου, ως υπεύθυνου δημοσιεύσεων, να απαλείψει από το Έργον και τα Πρακτικά της Εν Αθήναις Αρχαιολογικής Εταιρείας την έκθεση του καθηγητή κ. Χρ. Μαγγίδη με όλα τα επιστημονικά πορίσματα από τον δεύτερο χρόνο της γεωφυσικής έρευνας του Γλα (2011), ως μη γενόμενη! Η ενέργεια αυτή του γενικού γραμματέα της Εταιρείας επικρίθηκε στους αρχαιολογικούς κύκλους ως αντιδεοντολογική, αν όχι σκόπιμη αποσιώπηση της ανακάλυψης της πόλης στον Γλα από την επιστημονική κοινότητα.
Οι ενέργειες του γενικού γραμματέα της Εταιρείας στο θέμα του Γλα διαμόρφωσαν ένα συγκρουσιακό παρασκήνιο μεταξύ Πετράκου και Μαγγίδη ήδη από το 2011 που κορυφώθηκε με την ανακάλυψη του λίθινου θρόνου των Μυκηνών από τον Μαγγίδη το 2015. Η παρέμβαση Πετράκου, συνεπώς, με την σύσταση επιτροπής εν αγνοία και εν τη απουσία του Μαγγίδη ως ανασκαφέα και η προσπάθεια υποβάθμισης της ανακάλυψης του θρόνου πρέπει μάλλον να ερμηνευθούν ως προσωπική αντιπαλότητα, κι όχι ως επιστημονική διαφωνία.
Πύλη του οχυρωματικού τείχους στον Γλά




Πηγή:
parapolitika.gr